Μάθημα 16

Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής του παραλύτου

Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής του παραλύτου


Κείμενο Ευαγγελίου


1 Μετὰ ταῦτα ἦν ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων, καὶ ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα. 


2 ἔστι δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρα, ἡ ἐπιλεγομένη Ἑβραϊστὶ Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα.



  3 ἐν ταύταις κατέκειτο πλῆθος τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν. 



4 ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσετο τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι. 


5 ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ. 


6 τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον, καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;

 

7 ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν· Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγὼ, ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει. 


8 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. 

9 καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει. ἦν δὲ σάββατον ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. 


10 ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι τῷ τεθεραπευμένῳ· Σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον. 


11 ἀπεκρίθη αὐτοῖς· Ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. 


12 ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· Τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; 

13 ὁ δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν· ὁ γὰρ Ἰησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ. 


14 μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται. 


15 ἀπῆλθεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ. 

Απόδοση στα νέα ελληνικά


1 Επειτα από αυτά ήλθεν η εορτή των Ιουδαίων και ανέβη ο Ιησούς εις τα Ιεροσόλυμα. 

2 Εκεί δε εις τα Ιεροσόλυμα, κοντά εις την προβατικήν πύλην του τείχους, υπήρχε μία δεξαμενή νερού, η οποία εις την Εβραϊκήν γλώσσαν είχε το όνομα Βηθεσθά. Γυρω από αυτήν ήσαν και πέντε υπόστεγα. 

3 Εις αυτά τα υπόστεγα ευρίσκετο πολύ πλήθος από αρρώστους, τυφλοί, χωλοί, άνθρωποι με ακίνητο και σαν ξερό κάποιο μέλος του σώματός των και οι οποίοι όλοι επερίμεναν να κινηθή το νερό. 


4 Διότι κατά καιρούς κατέβαινε άγγελος εις αυτήν την κολυβήθρα και ανεταράσσετο το νερό. Ο πρώτος, λοιπόν, που θα έμπαινε μετά την ταραχήν του νερού, εθεραπεύετο, από οποιοδήποτε νόσημα και αν κατείχετο. 

5 Υπήρχε δε εκεί ένας άνθρωπος, ο οποίος ήτο ασθενής τριάντα οκτώ χρόνια. 


6 Οταν τον είδε ο Ιησούς να κατάκειται, και σαν Θεός που ήτο εγνώρισε ότι πολύν καιρόν είναι άρρωστος, του λέγει· "θέλεις να γίνης υγιής;" 


7 Απεκρίθη ο ασθενής· "θέλω, Κυριε, αλλά δεν έχω άνθρωπον, ώστε όταν ταραχθή το νερό νε με ρίψη εις την κολυμβήθραν. Ενώ δε εγώ σύρομαι προς αυτήν, άλλος πριν από μένα κατεβαίνει εις την κολυμβήθραν". 


8 Λέγει εις αυτόν ο Ιησούς· "σήκω επάνω, πάρε το κραββάτι σου και περιπάτει". 

9 Και αμέσως έγινε υγιής ο άνθρωπος, επήρε το κρεββάτι του και ήρχισε να περιπατή, όπως όλοι οι υγιείς. Ήτο δε Σάββατον κατά την ημέραν εκείνην. 


10 Έλεγαν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι στον θεραπευθέντα· "σήμερα είναι Σαββατον. Και δεν σου επιτρέπεται να σηκώνης το κρεββάτι σου". 

11 Απήντησε εις αυτούς· "εκείνος, που με θαύμα μου έδωσε την υγείαν μου, μου είπε· Παρε το κρεββάτι σου, και περιπάτει". 


12 Ηρώτησαν, λοιπόν, αυτόν· "ποίος είναι ο άνθρωπος, που σου είπε· "πάρε το κρεββάτι σου και περιπάτει;" 

13 Ο θεραπευθείς όμως δεν εγνώριζε ποιός είναι, διότι ο Ιησούς είχε απομακρυνθή μέσα στον όχλον, που ευρίσκετο στον τόπον εκείνον. 

14 Επειτα από αυτά τον ευρήκε ο Ιησούς εις την αυλήν του ναού και του είπε· "πρόσεξε· έγινες υγιής· μην αμαρτάνης πλέον, δια να μη σου συμβή κάτι το χειρότερον". 


15 Εφυγε τότε ο άνθρωπος από τον ναόν, επήγε στους Ιουδαίους και τους ανήγγειλε, ότι αυτός που τον έκαμε υγιή είναι ο Ιησούς.


Ερμηνεία περικοπής

Υπομονή στις ασθένειες

Τριάντα ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια ὑπέφερε ὁ παράλυτος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ἔπασχε ἀπὸ μακροχρόνια καὶ ἀνίατη ἀσθένεια. Γι' αὐτὸ καὶ κατέφυγε στὴν κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδᾶ, στὴ μικρὴ ἐκείνη λίμνη, ὅπου πλῆθος ἀσθενῶν προσδοκοῦσαν τὴ θαυματουργικὴ θεραπεία τους, κάθε φορὰ ποὺ ὁ ἄγγελος τάραζε τὰ ὕδατά της.

Στὶς στοὲς γύρω ἀπὸ τὴ δεξαμενὴ βρίσκονταν ξαπλωμένοι πάρα πολλοὶ ἄρρωστοι, τυφλοί, κουτσοί, ἄνθρωποι μὲ κάποιο μέλος πιασμένο καὶ ἀναίσθητο ἢ ἀτροφικό· κι ὅλοι αὐτοὶ περίμεναν νὰ ἀναταραχθεῖ τὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας. Πλῆθος ἀρρώστων καὶ πολλοὶ ἀπ' αὐτοὺς μὲ ἀσθένειες μακροχρόνιες καὶ ἀνίατες. Τέτοιοι ὑπάρχουν πολλοὶ καὶ σήμερα. Καὶ ὅμως ἀρκετοὶ ἀπὸ μᾶς παραπονούμαστε κάποτε γιὰ ἕναν πονοκέφαλο, μερικὲς ἀϋπνίες ἢ τὴν ἀδιαθεσία μιᾶς ἡμέρας...

Καὶ δὲν σκεπτόμαστε ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἐπὶ μῆνες ἢ καὶ ἔτη ἀκόμη βρίσκονται καθηλωμένοι στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου. Πολλὲς φορὲς μάλιστα οἱ ἀσθενεῖς αὐτοὶ δείχνουν μεγάλη ὑπομονή, μερικοὶ δὲ ποὺ ἔχουν δυνατὴ πίστη αἰσθάνονται περισσότερο εὐτυχεῖς ἀπὸ τοὺς ὑγιεῖς καὶ ἐφαρμόζουν ἔτσι τὸ ρητὸ τοῦ ἀποστόλου Ἰακώβου: «Πᾶσαν χαρὰν ἡγήσασθε... ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις»· ὅταν πέσετε μέσα σὲ διάφορες δοκιμασίες καὶ θλίψεις, νὰ θεωρεῖτε, ἀδελφοί μου, τὸ γεγονὸς αὐτὸ αἰτία τέλειας χαρᾶς (Ἰακ. α ́ 2).


«Άνθρωπον οὐκ ἔχω»

Δὲν ἦταν ὅμως μόνο ἡ βαριὰ ἀσθένεια τοῦ παραλύτου ποὺ τὸν ἔκανε νὰ ὑποφέρει 38 ὁλόκληρα χρόνια. Ἦταν καὶ κάτι ἀκόμα πιὸ ὀδυνηρό: ἡ μοναξιά.

Ἡ πλήρης ἐγκατάλειψή του ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους του. Γι' αὐτό, ὅταν τὸν πλησίασε ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας, μὲ πόνο ψυχῆς ἐξέθεσε τὸ δράμα του: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», τοῦ εἶπε. Δὲν ἔχω οὔτε ἕναν ἄνθρωπο νὰ μὲ βοηθήσει.

«Μηκέτι ἁμάρτανε»

Ὁ Κύριος, ἀφοῦ θεράπευσε τὸν παράλυτο, τοῦ ἔδωσε στὴ συνέχεια καὶ μία συμβουλή: «Ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται». Πρόσεξε ἀπὸ 'δῶ καὶ πέρα νὰ μὴν ἁμαρτάνεις πιά, γιὰ νὰ μὴν πάθεις τίποτε χειρότερο ἀπὸ τὴν ἀσθένεια ποὺ εἶχες καὶ ἡ ὁποία σοῦ συνέβη ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες σου. Πρόσεξε μην πάθεις χειρότερη συμφορὰ στὸ σῶμα σου καὶ χάσεις μαζὶ μὲ τὴν ὑγεία τοῦ σώματός σου καὶ τὴν ψυχή σου.


Ας διαβάσουμε και ένα λόγο του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς 

αφιερώμενο στην ημέρα αυτή.

Ἡ Ἁγία Γραφὴ κι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία μᾶς προσφέρουν τὰ μεγαλύτερα παραδείγματα ὑπομονῆς σὲ βάσανα πρωτάκουστα στοὺς ἀνθρώπους. Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο περιγράφει ἕνα τέτοιο παράδειγμα μεγάλης καὶ μακρόχρονης ὑπομονῆς στὸν πόνο!

Κι ὄχι μόνο αὐτό. Κάνοντας τὴν περιγραφὴ τοῦ δύστυχου ἀνθρώπου ποὺ ἦταν παράλυτος γιὰ τριάντα ὀκτὼ χρόνια, μὲ ὑπομονὴ κι ἐλπίδα, τὸ εὐαγγέλιο μᾶς ἀποκαλύπτει ταυτόχρονα ἢ μᾶλλον μᾶς διαβεβαιώνει γιὰ δύο μεγάλα μυστήρια:

Τὸ πρῶτο εἶναι πὼς ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ποὺ ἦταν τόσα χρόνια ἄρρωστος, χρωστοῦσε τὴν αἰτία τῆς ἀρρώστιας του στὸν ἴδιο, στὴν ἁμαρτία του. 

Τὸ δεύτερο εἶναι πὼς ὁ παντοδύναμος Κύριος Ἰησοῦς θεράπευσε τὸν ἄρρωστο μὲ τὴ θεϊκή του δύναμη, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «ἔγειρε, ἄρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει» (Ιωάν. ε' 8). Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ἀποκαλύφθηκαν γιὰ μία ἀκόμα φορᾶ ἡ θεϊκὴ ἀγάπη Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος κι ἡ θεϊκή Του δύναμη.

Ἡ Προβατικὴ Κολυμβήθρα ἢ Βηθεσδά, πῆρε τ' ὄνομά της ἀπὸ τὴ γειτονικὴ Προβατική Πύλη (βλ. Νεεμ. α' 1, 32), ἀπ' ὅπου περνοῦσαν τὰ πρόβατα ποὺ προορίζονταν γιὰ θυσία, γιὰ νὰ τὰ πλύνουν πρῶτα στὴν κολυμβήθρα. Γύρω ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα ὑπῆρχαν πέντε στεγασμένοι χώροι, γιὰ νὰ φιλοξενοῦν τοὺς πολλοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους ποὺ κατέφευγαν ἐκεῖ γιὰ νὰ θεραπευτοῦν. 

Σ' αὐτὸν τὸν περίεργο τόπο μαζεύονταν ἀπ' ὅλα τὰ μέρη ἄνθρωποι ποὺ ὑπόφεραν ἀπὸ διάφορες ἀρρώστιες, γιὰ νὰ βροῦν τὴ θεραπεία ποὺ μάταια εἶχαν ἀναζητήσει ἀπὸ ἀνθρώπους σὲ ἄλλους τόπους. Τὸ νερὸ αὐτὸ δὲν εἶχε ἀπὸ μόνο τοῦ θεραπευτικὲς ἰδιότητες. Ἦταν ἁπλὸ φυσικὸ νερὸ μὲ μίγματα μεταλλικά. Ἡ θεραπευτικὴ ἰδιότητά του ἦταν θεϊκή, προερχόταν ἀπὸ οὐράνιες δυνάμεις. Κι αὐτὸ εἶναι σαφὲς ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι τὶς θεραπευτικὲς αὐτὲς ἰδιότητες τὶς ἀποκτοῦσε ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρό, μόνο ὅταν μὲ τὴ θεία πρόνοια ἄγγελος τοῦ Θεοῦ κατέβαινε καὶ τάραζε τὸ νερό.

Τί περίεργη, τί δραματική σκηνή!

Γύρω τους ὑπῆρχε μία πόλη γεμάτη κόσμο ποὺ ἀναζητοῦσε τὴν ἄνεση, κυνηγοῦσε τὸν πλοῦτο κι ἀγωνιζόταν ν' ἀποκτήσει δόξα, τιμὲς κι ἐξουσία.

Ἐδῶ ὅμως ὑπῆρχε ἡ ἀγωνία τοῦ θανάτου ποὺ ἦταν κοντά κι ὁ μοναδικὸς τόπος ὅπου ἦταν ὅλα τὰ μάτια γυρισμένα: τὸ νερό. Κι ὁ μοναδικὸς ποὺ περίμεναν: ὁ ἄγγελος. Μία καὶ μοναδικὴ ἡ ἐπιθυμία τους: νὰ θεραπευτοῦν. Πέντε στοὲς γεμάτες μὲ ἀνάπηρους· τί περίεργος χῶρος γιὰ τὴν ἄσκηση τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἐλπίδας στὸ Θεό! Τί περίεργη, τί ζωντανὴ εἰκόνα! Τί παράδοξη καὶ ψηλαφητὴ ἀπεικόνιση τῆς κατάστασης ὅπου δαπανοῦν τὴν ζωὴ καὶ τὴν ὑγεία τοὺς ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς πόλης! Καὶ γιὰ ποιὸ σκοπό; Γιὰ ν' ἀγοράσουν ἁμαρτία, νὰ μαζέψουν ἁμαρτία.

Ἂχ Βηθεσδά, Βηθεσδά, πόσο παγκόσμια εἶσαι! Σὲ σένα ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ λειτουργοῦσε σὰν τὸν ποιμένα ποὺ σώζει ἕνα ἕνα τὰ χαμένα πρόβατά του, ὡσότου ἐμφανιστεῖ ὁ Ποιμὴν τῶν πάντων, ἀγγέλων κι ἀνθρώπων. Ἕνας σιωπηλὸς ἄγγελος, ὑπηρέτης τοῦ Δημιουργοῦ του, τάραζε τὸ νερὸ γιὰ νὰ πλύνει τὸ ἄρρωστο πρόβατο ἀπὸ τὴ μόλυνση τῆς ἁμαρτίας. Κι ὅταν κατέβηκε σὲ σένα ὁ καλὸς Ποιμένας, ὁ σαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸ δημιουργικὸ λόγο Τοῦ ἀπομάκρυνε τὴν ἁμαρτωλὴ μόλυνση καὶ σὲ ἀδείασε. Αὐτὸς ἦταν ὁ Καλός Ποιμένας. Γι' αὐτὸν τὸν λόγο ἡ κολυμβήθρα αὐτὴ προφητικὰ εἶχε ὀνομαστεῖ προβατική. «Τὰ πρόβατα τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούει, καὶ τὰ ἴδια πρόβατα καλεῖ κατ' ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτά... καὶ τὰ πρόβατα αὐτῶ ἀκολουθεῖ, ὅτι οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ» (Ἰωάν. ι' 3, 4). Τὰ πρόβατα ἀκοῦνε τὴ φωνὴ τοῦ Καλοῦ Ποιμένα.

Ο παντογνώστης Κύριος εἶχε δεῖ ἀπὸ πρὶν κι ἀπὸ μακριὰ ποιὸς τὸν ζητοῦσε, ποιὸς τὸν εἶχε ἀνάγκη. Δὲν πέρασε τυχαία ἀπὸ τὴ λίμνη γιὰ νὰ πάει στὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, γιὰ παράδειγμα, ὅπως ἴσως νόμιζαν οἱ σύντροφοί Του. Ἐκεῖνος γνώριζε πὼς ἐκεῖ βρίσκονταν δύο ἄνθρωποι δαιμονισμένοι ποὺ ἔπρεπε νὰ τοὺς θεραπεύσει. Οὔτε βρέθηκε τυχαία στην πόλη τῆς Ναΐν τὴν ὥρα ποὺ μετέφεραν τὸν νεκρὸ γιὸ τῆς χήρας. Ἐκεῖνος προγνώριζε πὼς ἐκεῖ τὸν περίμενε ἕνα μεγάλο ἔργο, σ' ἐκεῖνον τὸν τόπο κι ἐκείνη τὴν ὥρα. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο δὲ βρέθηκε τυχαία στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὴ γιορτή, ὅποια κι ἂν ἦταν αὐτή, οὔτε καὶ βρέθηκε πάλι ἀπὸ τύχη ἢ ἀπὸ περιέργεια στὸ χῶ- ρο τῶν πέντε στοῶν, στὸ χῶρο τοῦ πόνου καὶ τῆς θλίψης. Ὅλα ἔγιναν σύμφωνα μὲ τὴν ἀκριβῆ προόρασή Του γιὰ τὸν τόπο καὶ τὸ χρόνο. Εἶναι φανερὸ πὼς στὴν Ἱερουσαλὴμ δὲν ἦρθε γιὰ τὴ γιορτή, ὅπως νόμιζαν οἱ μαθητές Του, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἄρρωστο ἄνθρωπο, γι' αὐτὸ ποὺ ἔμελλε νὰ τοῦ προσφέρει.

Ὁ συγκεκριμένος παράλυτος ἄνθρωπος ἦταν πολύ-πολὺ ἄρρωστος. Μία ἀρρώστια ποὺ κρατάει τριάντα ὀκτὼ μέρες, στοὺς ἀνθρώπους μοιάζει ἀτέλειωτη. 

Τί ἡρωικὴ ὑπομονὴ εἶχε ὁ ἄνθρωπος αὐτός! Τί ὑπεράνθρωπες προσπάθειες θὰ κατέβαλε γιὰ νὰ συρθεῖ ὡς τὴν κολυμβήθρα τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ τάραζε τὸ νερό! Τί σταθερὴ ἐλπίδα εἶχε στὴ θεραπεία του ἀπὸ μέρα σὲ μέρα, ἀπὸ χρόνο σε χρόνο, ἀκόμα κι ἀπὸ δεκαετία σὲ δεκαετία!

Μ' ὅλο ποὺ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ὑπέφερε τόσο πολὺ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, δὲν μποροῦμε παρὰ νὰ τὸν θαυμάζουμε. Ὅταν τὸν φέρνουμε στὸ νοῦ μας, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ σκεφτόμαστε τόσους ἀδύναμους χαρακτῆρες - ἄνδρες καὶ γυναῖκες, νέους καὶ νέες- στὶς μέρες μας πού, ἂν καὶ ὑφίστανται πολὺ λιγότερη πίεση, σηκώνουν τὰ χέρια τους, παραιτοῦνται ἀπὸ τὴ ζωὴ κι ἀναχωροῦν γιὰ τὴν ἄλλη αὐτόχειρες.

«Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;», τον ρώτησε ὁ μοναδικὸς φίλος ποὺ ἔσκυψε ποτέ κοντά του, στὸ κρεβάτι του, τὰ τριάντα ὀκτὼ αὐτὰ χρόνια. «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», τοῦ ἀπάντησε ὁ ἄρρωστος. Ὁ τυφλὸς ἔχει κάποιον ὁδηγό, ὁ ἀνάπηρος ἔχει συγγενεῖς, ὁ ἀδύνατος ἔχει φίλους. Ἐγὼ δὲν ἔχω κανέναν στὸν κόσμο ὁλόκληρο νὰ μὲ λυπηθεῖ καὶ νὰ μὲ βάλει στὸ νερὸ τὴ στιγμὴ ποὺ παίρνει τὴ θεραπευτικὴ δύναμη. Τὴν ὥρα ποὺ προσπαθῶ νὰ συρθῶ στὸ νερὸ ἄλλος προλαβαίνει, μπαίνει πρῶτος καὶ θεραπεύεται κι ἐγὼ πρέπει νὰ ξανακάνω τὴν ἴδια ἐπώδυνη προσπάθεια γιὰ νὰ γυρίσω στὸ κρεβάτι μου. Κι αὐτὸ γίνεται γιὰ τριάντα ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια τώρα. Δὲν ἔχω οὔτε χρήματα οὔτε ὑπηρέτη.

Ἀνάμεσα σὲ τόσους ἀνθρώπους στὴν Ἱερουσαλήμ, ἀπὸ τοὺς ἄνεργους ὡς τοὺς πλούσιους καὶ δυνατούς, δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας καὶ μοναδικὸς γιὰ ν' ἁπλώσει τὸ χέρι του καὶ νὰ σὲ βοηθήσει γιὰ χάρη τῆς ψυχῆς του; 

Δὲς τὸν ναό, ἀπέναντι ἀκριβῶς ἀπὸ τὸν δρόμο. Ἀμέτρητοι ἱερεῖς διαβάζουν τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ διδάσκουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ δίνουν ἐλεημοσύνες. Καὶ δὲ βρέθηκε κανένας τους νὰ ἔρθει ἢ ἔστω νὰ στείλει κάποιον γιὰ νὰ σὲ βοηθήσει; Ὑπάρχουν πολλοὶ Ἰουδαῖοι, χιλιάδες χιλιάδων, ποὺ συνά- χτηκαν στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὴ γιορτή. Κανένας τοὺς ὅμως δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ ἕναν πονεμένο καὶ ἥσυχο ἄνθρωπο. Ἐνδιαφέρονται γιὰ τὸ Σάββατο.  Χιλιάδες χιλιάδων ἀπ' αὐτοὺς ἦρθαν μόνο γιὰ νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ προσκυνήσουν τὸ Σάββατο, μὰ ἐγὼ «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω».

Ἐδῶ βρέθηκε ἕνας ἄνθρωπος, ὁ μοναδικὸς ἄνθρωπος!

Ἐδῶ εἶναι ὁ Κύριος, ποὺ ἀγαπᾶ περισσότερο ἀπὸ τὸ συγγενῆ καὶ τὸ φίλο, ποὺ ὑπηρετεῖ πιὸ πιστὰ ἀπὸ τὸν ὑπηρέτη. Δὲν ἔκανε τὸ μακρὺ καὶ κουραστικό ταξίδι ἀπὸ τὴ Γαλιλαία ὡς τὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὸ Σάββατο καὶ τὴ γιορτή, ἀλλὰ γιὰ χάρη ἑνὸς πονεμένου ἄνθρωπου. Ἦρθε ὥστε μὲ τὰ ἔργα του, κι ὄχι μὲ λόγια, νὰ καταγγείλει τὴ φοβερὴ ἔλλειψη ἀγάπης ἑνὸς λαοῦ ποὺ τὰ αἰσθητήρια τοῦ ἔχουν ἀμβλυνθεῖ. Ὁ Ἄνθρωπος ἦρθε γιὰ χάρη τοῦ ἀνθρώπου.

Ἴσως ρωτήσει κάποιος: Γιατί ὁ Κύριος δὲν ἔκανε στὸν ἄρρωστο ἄνθρωπο τὴ συνηθισμένη ἐρώτηση: Πιστεύεις; Γιατί δὲν ἐρεύνησε νὰ δεῖ ἂν ὑπῆρχε πίστη μέσα του, ὅπως ἔκανε μὲ πολλοὺς ἄλλους; Μὰ ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ δὲν ἦταν ὁλοφάνερη; Τριάντα ὀκτὼ χρόνια κείτονταν ὑπομονετικὰ σ' ἕνα συγκεκριμένο τόπο, μὲ τὴν ἐλπίδα πὼς θὰ λάβει βοήθεια ἀπὸ τὸν οὐρανό.

Θὰ πρέπει μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτὴ νὰ θυμηθοῦμε πὼς ὁ Κύριος θεράπευσε πολλοὺς δαιμονισμένους καὶ κωφάλαλους, χωρὶς νὰ τοὺς ρωτήσει γιὰ τὴν πίστη τους. Τοὺς θεράπευσε ἁπλῶς ἀπὸ ἀγάπη. Ἔτσι καὶ στὴ Βηθεσδὰ τότε ὁ Κύριος ἐνήργησε ἀπὸ τὴ μία ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο ποὺ ὑπόφερε γιὰ τόσο μακρύ διάστημα, σ' ἕνα περιβάλλον ἐλεεινό. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά τώρα, ἔδρασε ἔτσι καὶ μ' ἕνα σκοπό· γιὰ νὰ καταδείξει τὴν ἔλλειψη ἀγάπης ὄχι μόνο τῶν κατοίκων τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀλλὰ ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς, ποὺ ἔβλεπαν τὸν συνάνθρωπό τους νὰ ὑποφέρει καὶ δὲν κουνάγανε τὸ δαχτυλάκι τους γιὰ νὰ βοηθήσουν. Καὶ τέλος, ὁ Κύριος σκόπιμα θεράπευσε τὸν παραλυτικὸ ἡμέρα Σάββατο, ἂν καὶ θὰ μποροῦσε νὰ τὸ κάνει αὐτὸ καὶ Παρασκευή, ἂν ἤθελε. Τὸ ἔκανε αὐτὸ γιὰ νὰ καταγγείλει τὴν εἰδωλολατρικὴ προσκύνηση τῶν Ἰουδαίων στὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Νὰ δείξει πὼς ὁ ἄνθρωπος ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ τὸ Σάββατο, πὼς ἡ ἀγάπη ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ ὁποιοδήποτε εἶδος νομικῆς τυπολατρείας.

Ἡ πράξη αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ ἔχει τὴ μοναδικὴ σφραγίδα τοῦ τρόπου ποὺ ἐνεργεῖ ὁ Θεός: νὰ στοχεύσει σὲ πολλοὺς στόχους ταυτόχρονα. «Ἂν δὲ σάββατον ἐν ἐκείνη τὴ ἡμέρα, ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι τῷ τεθεραπευμένω· σάββατον ἐστιν οὐκ ἔξεστι σοὶ ἄραι τὸν κράβαττον» (Ἰωάν. ε ́ 9-10).

«Ἀπεκρίθη αὐτοῖς· ὁ ποιήσας μὲ ὑγιῆ, ἐκεῖνος μοὶ εἶπεν ἄρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· τὶς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπῶν σοί, ἄρον τὸν κράβαττον σοὶ καὶ περιπάτει;» (Ἰωάν. ζ' 11,12).

Εδώ ἔχουμε μία ἀκόμα ἀπόδειξη τῆς τυφλότητας τῶν Ἰουδαίων, τῆς τυπολατρικῆς καὶ μαγικῆς ἀντίληψης ποὺ εἶχαν γιὰ τὸ Σάββατο. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ θεραπεύτηκε μιλάει πρώτη φορὰ γιὰ τὴ θεραπεία του, τὴν ὁμολογεῖ ὡς τὸ πιὸ σπουδαῖο πράγμα, καὶ δεύτερο γιὰ τὸ κρεβάτι ποὺ κουβαλάει στοὺς ὤμους του. Οἱ Ἰουδαῖοι δὲν ἐνδιαφέρονται καθόλου γιὰ τὴ θεραπεία του, γιὰ τὴν ἴδια τὴ ζωή του ποὺ ἄλλαξε. Ἀφοῦ ἄκουσαν τὴν ἀπάντησή του, θὰ ἦταν φυσικὸ νὰ τὸν ρωτήσουν μετά: «Ποιὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποῦ σὲ θεράπευσε;» Μὰ ὄχι. Ἐκεῖνο ποὺ ρωτοῦν εἶναι τὸ ἄλλο, τὸ δευτερεῦον καὶ συμπτωματικό: Τὶς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπῶν σοί, ἄρον τὸν κράβαττον σοὶ καὶ περιπάτει;

Ο θεραπευμένος άνθρωπος εἶχε κοιτάξει ἀπὸ τὸ κρεβάτι τοῦ τὰ μάτια τοῦ Κυρίου. Εἶχε νιώσει τὴν ζωοποιὸ ἀνάσα Του, εἶχε γνωρίσει τὴν θαυματουργική Του δύναμη. Παρ' ὂλ' αὐτὰ ὅμως δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς δώσει τὸ ὄνομα τοῦ θεραπευτῆ του ἢ νὰ τοὺς πεῖ ἀπὸ ποῦ ἐρχόταν. Ὁ Κύριος μὲ τὸ ποὺ πραγματοποίησε τὴ θεραπεία χάθηκε μέσα στὸ πλῆθος κι ἄφησε τὰ πράγματα νὰ ἐξελιχτοῦν μόνα τους. Ἐκεῖνος εἶναι ὁ σπορέας. Σπέρνει τὸν καλὸ σπόρο καὶ τὸν ἀφήνει ν' ἀναπτυχθεῖ καὶ μὲ τὸν καιρὸ νὰ καρποφορήσει, ἀνάλογα μὲ τὸν τόπο ὅπου ἔπεσε. Ὁ Κύριος ἔκανε τὸ καλὸ ἔργο, τὸ θεϊκό, τόσο σὲ δύναμη ὅσο καὶ σὲ ἀγάπη, κι ἀποσύρθηκε γιὰ νὰ γλιτώσει τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων, ὅπως εἶπε λίγο ἀργότερα: «Δόξαν παρὰ ἀνθρώπων οὐ λαμβάνω» (Ἰωάν. ε' 41).

Φεύγει μακριὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ νὰ μὴν τὸν φθονήσουν, ὅπως γίνεται συνήθως. Φεύγει ὅμως γιὰ νὰ δώσει παράδειγμα καὶ σ' ὅλους ἐμᾶς ποὺ λεγόμαστε Χριστιανοί. Τὸ καλὸ ἔργο τελειοποιεῖται καὶ δικαιώνεται ὅταν γίνεται μόνο ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ κάνουν καλὰ ἔργα, ἂς μὴ τὰ κάνουν ἀπὸ ματαιότητα, γιὰ νὰ προσελκύσουν τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Ὅποιος ἐπιδείχνει τὰ καλά του ἔργα σὲ κοινὴ θέα, μοιάζει μὲ τὸν ἄνθρωπο ποὺ βάζει τὰ πρόβατα ἀνάμεσα στοὺς λύκους. 

Γι' αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ προσέχουμε πολὺ τὰ καλά μας ἔργα, ν' ἀποφεύγουμε νὰ προκαλοῦμε τὸν ἔπαινο ἢ τὸν φθόνο τῶν ἄλλων. Ὅποιος γυρεύει σκόπιμα τὸν ἔπαινο τῶν ἄλλων, ξέχωρα ἀπὸ τὸ καλό του ἔργο, θὰ κάνει καὶ δύο κακά: Τὸν ἔπαινο, ποὺ θὰ βλάψει τὸν ἴδιο προσωπικά, καὶ τὸν φθόνο, ποὺ θὰ βλάψει τοὺς ἄλλους.

«Μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῶ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἴνα μὴ χεῖρον σοὶ τί γένηται» (Ἰωάν. ε' 14). Ὁ Κύριος θεράπευσε τὸ σῶμα καὶ τώρα ἀναβιβάζει τὸ γεγονὸς αὐτὸ σὲ ἀνώτερη σφαίρα, στὴν πνευματική του διάσταση. Κάνει τὸν θεραπευμένο νὰ συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ πηγὴ καί ἡ αἰτία τῆς φοβερῆς του ἀρρώστιας ἦταν ἡ ἁμαρτία. Καὶ τὸν προειδοποιεῖ νὰ πάψει ν' ἁμαρτάνει. «Ἴνα μὴ χεῖρον σοὶ τί γένηται.»

Δὲν εἶναι γνωστὸ σὲ τί εἶδος ἁμαρτίας εἶχε πέσει ὁ ἄνθρωπος αὐτός, μὰ οὔτε καὶ μᾶς βοηθάει ἡ γνώση αὐτή. Ξέρουμε πὼς ὁ Θεὸς ἀποστρέφεται κάθε ἁμαρτία, πὼς ἡ ἁμαρτία μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ κοντά Του. Γνωρίζουμε πὼς κάθε ἁμαρτία γιὰ τὴν ὁποία δὲν ἔχουμε μετανοήσει, ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ προκαλέσει πόνο, θὰ φέρει βάσανα. Μηκέτι ἁμάρτανε, ἴνα μὴ χεῖρον σοὶ τί γένηται. Τώρα ὁ Θεός σοῦ ἔδειξε τὸ ἔλεός Του, ἡ ἁμαρτία σου συχωρέθηκε. Μὴν ἐξακολουθεῖς νὰ πειράζεις τὸν Θεὸ ὅμως, μὴ τὸν προκαλεῖς. Γιατί τότε, ἀντὶ γιὰ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, ἴσως συναντήσεις τὴ δικαιοκρισία Του. 

Πρέπει νὰ προσέξουμε ἰδιαίτερα τὸ σημεῖο αὐτό. Πηγαίνει καὶ λέει στοὺς Ἰουδαίους πὼς ὁ Ἰησοῦς ἦταν ποὺ τὸν θεράπευσε. Κατέχεται ὁλόκληρος ἀπὸ τὴ σκέψη τῆς θεραπείας καὶ τοῦ θεραπευτῆ του. Οἱ Ἰουδαῖοι, ἀντίθετα, κατέχονταν ἀπὸ τὴ σκέψη τοῦ σαββατισμοῦ, τῆς μὴ τήρησης τοῦ Σαββάτου. 

«Οἱ Ἰουδαῖοι ἐζήτουν αὐτὸν ἀποκτεῖναι», γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς (Ἰωάν. ε' 16). Γιατί ἤθελαν νὰ τὸν σκοτώσουν; Μήπως ἐπειδὴ ἦταν ὁ μοναδικὸς ἄνθρωπος ποῦ πρόσεξε τὸν δυστυχῆ παράλυτο τὰ τριάντα ὀκτὼ αὐτὰ χρόνια; Μάλιστα, γι' αὐτό. Ἀλλὰ καὶ γιὰ ἕναν ἄλλο λόγο. Ἐπειδὴ ὁ Κύριος ηταν ὁ μοναδικὸς ἄνθρωπος ποὺ ἔδωσε μεγαλύτερη σημασία στὴ ζωὴ ἑνὸς ἀνθρώπου, ἀπὸ τὴν τυπολατρία τοῦ σαββατισμοῦ τῶν Ἰουδαίων. Ὁ Κύριος πέρασε ἀπαρατήρητος ἀνάμεσα ἀπὸ τὶς παγίδες καὶ τὶς ἐνέδρες τῆς κακίας τῶν Ἰουδαίων, σκορπίζοντας μὲ λόγο καὶ ἔργα τὸ εὐαγγέλιο τῆς ἀγάπης γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ὡς τὴ στιγμὴ ποὺ ἀποφάσισε πὼς ἦρθε ἡ ὥρα νὰ παραδοθεῖ στὰ χέρια τῶν Ἰουδαίων.

Γιὰ νὰ δείξει τὴ μεγαλοσύνη Του μὲ τὴν ταπείνωσή Του, νὰ νικήσει τὸν θάνατο μὲ τὸν θάνατό Του. Σ' Αὐτὸν πρέπει ἡ τιμὴ κι ἡ δόξα, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμὴν


(Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΟΜΙΛΙΕΣ Γ ́: ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΗΜΕΡΑ –Ἀπὸ τὴν Κυριακή του Πάσχα ὡς τὴν Πεντηκοστή» Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς,Μετάφραση – Ἐπιμέλεια ΠΕΤΡΟΥ ΜΠΟΤΣΗ – 2011)-



Προηγούμενη ενότητα

Προσευχή έναρξης