
Μάθημα Χριστουγέννων
Ὁ δικὸς μας Ἃγιος Βασίλης
Ὁ δικὸς μας Ἃγιος Βασίλης

Ο δικός μας Άγιος Βασίλης είναι λεπτός, με μαύρα ράσα και κρατά στο χέρι του ένα ραβδί. Πηγαίνει από σπίτι σε σπίτι και βοηθά τις φτωχές οικογένειες.
Έφτιαξε κοντά στην Καισάρεια μια ολόκληρη πόλη από φιλανθρωπικά ιδρύματα, γηροκομεία, νοσοκομεία, ξενοδοχεία, ορφανοτροφεία κ.ά. Ίδρυσε και καθιέρωσε την διανομή αγαθών, τροφίμων, ρούχων, χρημάτων και κάθε είδους βοήθειας σε φτωχές οικογένειες, απόρους κ.λ.π.
Η πόλη αυτή (μετά την κοίμησή του) ονομάστηκε Βασιλειάδα.
Στη μνήμη του κόβουμε τη Βασιλόπιτα την Πρωτοχρονιά.
Επειδή μάλιστα ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας, ο ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, βοηθούσε τόσο πολύ τους ανθρώπους, η Πρωτοχρονιά, η ημέρα που εορτάζει είναι μια μέρα που ιδιαίτερα πρέπει να βοηθάμε τους συνανθρώπους μας, τους γέροντες, τους φτωχούς, τους ασθενείς και τα ορφανά δίνοντάς τους χαρά, αγάπη, δώρα και ό,τι άλλο χρειάζονται. Έτσι χαίρεται και ο Χριστός μας.
Ας δούμε το βίντεο και ας μάθουμε περισσότερα
για τον μεγάλο αυτόν Άγιο της Εκκλησίας μας.

Το ήξερες αυτό;

Το έθιμο της Βασιλόπιτας

Στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη, όταν η αυτοκρατορία της Ρωμανίας, δηλαδή η Βυζαντινή αυτοκρατορία κήρυξε τον πόλεμο στην Περσία, ο Ιουλιανός πέρασε με τον στρατό του από την Καισαρεία. Τότε διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη. Έτσι, οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να δώσουν ό,τι είχε ο καθένας χρυσαφικά νομίσματα κ.λ.π. Όμως, ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες, έτσι δεν ξαναπέρασε ποτέ από την Καισάρεια. Τότε ο Άγιος Βασίλειος έδωσε εντολή από τα μαζεμένα χρυσαφικά τα μισά να δοθούν στους φτωχούς, ένα μικρό μέρος κράτησε για τις ανάγκες των ιδρυμάτων της Βασιλειάδος και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατοίκους με ένα πρωτότυπο τρόπο: έδωσε εντολή να ζυμώσουν ψωμιά και σε κάθε ψωμί, έβαλε από ένα νόμισμα ή χρυσαφικό μέσα. Κατόπιν τα μοίρασε στα σπίτια, έτσι, τρώγοντας οι κάτοικοι τα ψωμιά, όλο και κάτι έβρισκαν μέσα. Έτσι, γεννήθηκε το έθιμο της πίτας που ονομάσθηκε βασιλόπιτα.
Ας μάθουμε και κάτι παραπάνω:
Βρισκόμαστε στὸ ἔτος 371. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὴν Καισάρεια ἱεράρχης εἶνε ὁ Μέγας Βασίλειος. Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου εἶνε ὁ Οὐάλης, ένας αιρετικός αυτοκράτορας. Αυτός είχε εκδώσει ένα διάταγμα με το οποίο ήθελε να επιβάλει την αίρεση του αρειανισμού στην αυτοκρατορία του. Γι ' αυτό το λόγο ανέθεσε στον έπαρχο Μοδέστο να αναγκάσει όλους τους Επισκόπους να υπογράψουν το διάταγμα. Ὁ Μόδεστος λοιπὸν ἄρχισε νὰ περιοδεύῃ ἀπὸ πόλη σὲ πόλη. Συναντοῦσε ἐπισκόπους πού, τρέμοντας ὑπέγραφαν τὸ διάταγμα τοῦ Οὐάλεντος. Κάποτε ὅμως ἔφθασε καὶ στὴν Καισάρεια. Κάλεσε τὸν Μέγα Βασίλειο, καὶ τότε μεταξὺ τῶν δύο ἀνδρῶν διεξήχθη ἕνας διάλογος, ποὺ θὰ μείνῃ στὴν ἱστορία. Λέει ὁ Μόδεστος·
―Ἦρθα ἐδῶ στὴν Καισάρεια, γιὰ νὰ ὑπογράψῃς τὸ διάταγμα τοῦ βασιλέως.
Ἀπαντᾷ ὁ Μέγας Βασίλειος·
―Δὲν ὑπογράφω τέτοια διατάγματα. Μοῦ τὸ ἀπαγορεύει ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, τὸν ὁποῖο προσκυνῶ καὶ λατρεύω ἀπὸ τὴ νεαρά μου ἡλικία.
―Καὶ δὲ᾿ φοβᾶσαι; ἐρωτᾷ ὁ Μόδεστος.
―Τί νὰ φοβηθῶ; Τί ἔχεις στὴ διάθεσί σου; Τί μπορεῖς νὰ μοῦ κάνῃς;
Ἀπαντᾷ ὁ Μόδεστος·
―Ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ κακὰ ποὺ μπορεῖ νὰ κάνῃ τὸ κράτος τοῦ Οὐάλεντος.
―Καὶ ποιά εἶνε τὰ κακὰ αὐτά;
―Δήμευσι τῆς περιουσίας τὸ ἕνα. Ἐξορία τὸ δεύτερο. Θάνατος τὸ τρίτο.
Τότε ὁ Μέγας Βασίλειος τοῦ λέει·
―Δήμευσι δὲ᾿ φοβᾶμαι· δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνα ῥάσο καὶ λίγα βιβλία. Ἐξορία δὲ᾿ φοβᾶμαι· ὅπου κι ἂν μὲ στείλουν, πᾶσα γῆ πατρίς. Θάνατο δὲ᾿ φοβᾶμαι· ὁ θάνατος γιὰ μένα θὰ εἶνε εὐεργέτης, γιατὶ θὰ μὲ ἀπαλλάξῃ γρηγορώτερα ἀπὸ τὶς ἀσθένειες τοῦ σώματος καὶ θὰ μὲ ὁδηγήσῃ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἀπείλησέ με μὲ τίποτ᾿ ἄλλο, ἂν ἔχῃς.
Μετὰ ἀπὸ τέτοια ἀπάντησι ὁ Μόδεστος κατέρρευσε καὶ εἶπε·
―Δὲν ξανάκουσα τέτοια λόγια ἀπὸ ἐπίσκοπο.
―Φαίνεται δὲ᾿ συνάντησες ὣς τώρα ἐπίσκοπο, ἀπαντᾷ ὁ Μέγας Βασίλειος· κ᾿ ἔκλεισε ὁ διάλογος.
Ἔτσι ἔμεινε στὸ θρόνο ὁ Μέγας Βασίλειος ἀλλὰ διωκόμενος ἀπὸ τὸν Οὐάλεντα.
Υλικό παρμένο από το βιβλίο
<<Τα έθιμα και οι παραδόσεις των Χριστουγέννων>>
της Μαρίνας Ζαχαρία και από το κήρυγμα
του Μακαριστού Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη
Προηγούμενη ενότητα