
Αναστάσιμο μάθημα
Ο ενταφιασμός
Ο ενταφιασμός
Δεν ήταν μόνο ο εκατόνταρχος με τους στρατιώτες του στον Γολγοθά. Κρυφά πολλές γυναίκες είχαν πάρει από πίσω τον Ιησού, σαν βγήκε για να σταυρωθεί από την αυλή του αρχιερέα. Αμίλητες, με μάτια που έτρεχαν δάκρυα καυτά, ανήμπορες να σταματήσουν το κακό, όλα τα είδαν κι όλα τα σημείωσαν.
Εκεί ήταν κι η Μάνα του Χριστού. Να η Μαρία η Μαγδαληνή κι η άλλη, του Ιακώβου η μάνα και του Ιωσήφ και των δύο αδελφών, των Ζεβεδαίων, η μάνα! Εκεί και ο αγαπημένος Του μαθητής, ο Ιωάννης. Έκατσαν εκεί ως που η νύχτα έπεσε για τα καλά.
Και τότε ήρθε ο Ιωσήφ. Ίσως δεν ξέρεις τίποτα γι' αυτόν, μα θα σου τον γνωρίσω. Πατρίδα του η μακρινή Αριμαθαία. Στον τόπο του άρχοντας· ήτανε, λέει, πλούσιος πολύ. Αυτός, λοιπόν, είχε ακούσει παλιά τον Χριστό και σαν δροσιάς σταλαγματιά έπεσε στην καρδιά του το κήρυγμα του Δάσκαλου. Και πίστεψε στα λόγια Του. Κι έγινε μαθητής κρυφός του Ιησού.
Όταν σταυρώθηκε, λοιπόν, ο Κύριος, δε σκέφτηκε ότι μπορεί και αυτός να κακοπάθει. Σηκώθηκε, πήγε στον Πιλάτο και ζήτησε να πάρει το Κορμί του Ιησού, για να το θάψει. Και ο Πιλάτος το επέτρεψε.
Με χέρια που έτρεμαν, έπιασε το άχραντο το Σώμα του Κυρίου του· με δέος και με σεβασμό Τ' αποθέτει σε κάτασπρο σεντόνι. Με δάκρυα το βρέχει το Κορμί και το σεντόνι. Και απαλά, σα να ήταν μάνα και φοβάται το παιδί να μην πονέσει, Το κουβαλά σε έναν τάφο εκεί κοντά· τάφο που μόλις είχε σκάψει μες στον βράχο. Μετά ψάχνει και βρίσκει ένα ασήκωτο κομμάτι πέτρα. Τι πέτρα... Βράχο βρήκε και τον κυλάει σιγά με προσοχή ως το νεοσκαμμένο μνήμα. Λιγάκι ακόμα κι έφτασε στο άνοιγμα του τάφου. Ακόμα μια προσπάθεια κι ο βράχος ήρθε κι έφραξε τον τάφο για καλά. Κι αφού το χρέος το έκανε στον πεθαμένο Δάσκαλο, με την καρδιά βαριά, ακόμα πιο βαριά απ' τη βαριά την πέτρα, πήρε σιγά, σκυφτά τον δρόμο της επιστροφής.
Αντίκρυ απ' τον τάφο κάτσανε τσακισμένες, πονεμένες και χωρίς παρηγοριά οι δυο Μαρίες. Η Παναγία και η Μαγδαληνή μαζί.

(Ματθ. κζ' 55-61, Ιωάν. ιθ' 38-42)

Προηγούμενη ενότητα
Επόμενη ενότητα