
Μάθημα 17
Ο Μυστικός Δείπνος
Ο Μυστικός Δείπνος

Ένα ανώγι ήτανε. Και το ετοίμασε ο νοικοκύρης, για να πάνε ο Ιησούς και οι μαθητές να φάνε το Πάσχα, τη μεγάλη γιορτή. Σαν ήρθε η ώρα για φαΐ, έκατσε ο Κύριος στη μέση στο τραπέζι κι ολόγυρα οι δώδεκα. Τους είδε έτσι μαζεμένους κι ήταν εκεί όχι μονάχα οι δώδεκα. Όλοι οι άνθρωποι που ζήσανε στη γη κι αυτοί που θα έρθουνε ως τη συντέλεια του κόσμου εκεί ήταν συναγμένοι.
Και εκείνη τη στιγμή σ' όλους τους ανθρώπους παρέδωσε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας κι άρχισε να λέει:
– Πολύ πεθύμησα αυτό το Πάσχα, όλοι μαζί να φάμε προτού τα πάθη Μου αρχίσουν· και δε θα ξαναφάω πια, σε σας το λέω, ώσπου να έρθει η Βασιλεία του Θεού.
Σαν είπε έτσι, πήρε το ψωμί που ήτανε μπροστά Του, το ευλόγησε, το έκοψε με προσοχή, κάθε κομμάτι το έδινε σε κάθε μαθητή – ακόμα κι ο Ιούδας πήρε το δικό του μερδικό*.
– Αυτό, είπε ο Χριστός, είναι το Σώμα Μου. Πάρτε Το να Το φάτε· λάβετε, φάγετε.
Ύστερα πήρε το ποτήρι με κρασί που ήταν μπρος Του. Σήκωσε τα μάτια Του ψηλά στον Ουρανό και ευχαρίστησε τον Θεό για το ψωμί, για το κρασί, δώρο κι αυτό δικό Του. Και πάλι είπε:
– Αυτό είναι το Αίμα Μου. Να πιείτε από τούτο όλοι. Πίετε εξ αυτού πάντες· τούτο εστί το αίμα μου. Είναι το Αίμα το δικό Μου, που χύνεται για το χατήρι όλων, για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες των ανθρώπων. Και δε θα πιω ξανά από το χυμό αυτού του αμπελιού, ως την ημέρα εκείνη που όλοι μαζί θα πίνουνε ένα κρασί καινούργιο, εκεί στη Βασιλεία του Πατέρα Μου.
Έξω είχε σκοτεινιάσει για καλά. Θαμπώσανε τα μάτια των μαθητών από αγάπη κι ίσως από δάκρυα. Όμως ο Ιούδας με το ψωμί στη χούφτα του, εκείνο το ψωμί που είχε βουτήξει στο κρασί ο Κύριος, είχε χαθεί μέσα στη νύχτα. Οι υπόλοιποι μαθητές αρχίσανε να ψέλνουν ύμνους στον Θεό κι έτσι, αφού αυτοί απ' τους ανθρώπους πρώτοι μεταλάβανε το Σώμα και το Αίμα του Ιησού, κατέβηκαν απ' το ανώγι και όλοι μαζί τραβήξανε για το βουνό, το Όρος των Ελαιών όπως το λέγανε.
Λουκ. κβ΄ 14-30

*μερδικό = μερίδιο
Προηγούμενη ενότητα
Επόμενη ενότητα