
Μάθημα 2
Ο Βίος του Αγίου Μάμαντος - Μέρος Β΄
Ο Βίος του Αγίου Μάμαντος - Μέρος Β΄
Τότε ἡγεμόνας τῆς Καισάρειας ἦταν κάποιος Ἀλέξανδρος, σκληρὸς καὶ ἀπάνθρωπος κι αὐτός, ἰδιαίτερα κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Ὅταν ἔμαθε τά σχετικά μὲ τὸν Μάρτυρα ἔστειλε ἀπόσπασμα ἱππέων, γιὰ νὰ τὸν συλλάβουν. Ὁ Μάμας πληροφορήθηκε ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ κατοικοῦσε μέσα του ὅτι ἔρχονται γι' αὐτὸν καὶ βγῆκε νὰ τοὺς προϋπαντήσει. Οἱ ἱππεῖς τὸν συνάντησαν κι, ἐπειδὴ δὲν ἤξεραν ὅτι αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔψαχναν, τὸν ρώτησαν ποὺ εἶναι αὐτὸς ὁ Μάμας πού κατοικεῖ σ' αὐτὸ τὸ βουνό. Ὁ Ἅγιος τοὺς εἶπε:
«Κατεβεῖτε τώρα νὰ ἀναπαυθεῖτε λιγάκι καὶ νὰ φᾶμε καὶ ὕστερα θὰ σᾶς δείξω καὶ αὐτὸν ποὺ ζητᾶτε».
Αὐτοὶ κατέβηκαν ἀπὸ τὰ ἄλογα καὶ κάθησαν νὰ φᾶνε ψωμὶ καὶ τυρὶ ποὺ τοὺς φίλεψε ὁ Μάμας. Τότε ἦρθαν κατὰ τὴ συνήθειά τους τὰ ἄγρια ζῶα, γιὰ νὰ τὰ ἀρμέξει, καὶ οἱ στρατιῶτες φοβήθηκαν καὶ ζήτησαν τὴν προστασία του. Τότε ὁ Ἅγιος, γιὰ νὰ ἡσυχάσουν, τοὺς εἶπε:
«Ἐγὼ εἶμαι ὁ Μάμας, τὸν ὁποῖον ζητᾶτε. Τώρα πηγαίνετε στὴν Καισάρεια καὶ θά 'ρθω μόνος μου νὰ σᾶς συναντήσω στὴν πύλη τῆς πόλης».
Οἱ στρατιῶτες ὑπάκουσαν κι ἔφυγαν, ἔφτασαν στὴν Καισάρεια καὶ στάθηκαν στὴν πύλη περιμένοντας τὸν Μάρτυρα. Πράγματι, σὲ λίγο ὁ Μάμας ἔφτασε μόνος του καὶ τὸν πῆγαν ὡς τὸν Ἀλέξανδρο καὶ τὸν παρουσίασαν.

Ὁ Ἀλέξανδρος τὸν ρώτησε:
-«Ἐσὺ εἶσαι ὁ περιβόητος μάγος Μάμας;»
-«Ἐγὼ εἶμαι ὁ Μάμας, ὁ δοῦλος τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος σώζει αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν σ᾿ Αὐτὸν καὶ κάνουν τὸ θεῖο θέλημά Του, παραδίδει ὅμως στὸ αἰώνιο πῦρ τοὺς μάγους καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες. Γιατί, ὅμως, ἔστειλες τοὺς στρατιῶτες σου νὰ μὲ φέρουν ἐδῶ;»
-«Γιὰ νά μάθω μὲ ποιές μαγεῖες ἐξημερώνεις τὰ ζῶα καὶ τὰ κάνεις νὰ φέρονται σαν λογικά».
-«Όποιος ὑπηρετεῖ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ περιφρονεῖ καὶ τὶς μαγεῖες καὶ τὰ εἴδωλα. Νὰ θαυμάζεις ποὺ αὐτὰ μὲν δὲν εἶναι λογικὰ, ἀλλὰ εὐλαβοῦνται τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ τιμοῦν τοὺς δούλους Του, ἐσεῖς ὅμως εἶστε πιὸ ἄλογοι ἀπ' αὐτά, γιατὶ ἐνῶ ἔχετε μπροστά σας ἕνα τέτοιο παράδειγμα, δὲν θέλετε νὰ γνωρίσετε τὴν ἀλήθεια».
Ὁ τύραννος, μὴν ἔχοντας τὶ νὰ τοῦ ἀπαντήσει, τὸν ρώτησε μὲ ἀγανάκτηση:
«Γιατί ἔφτασες σὲ τέτοια αὐθάδεια, ὥστε καὶ ἀνοιχτὰ νὰ ἐναντιώνεσαι στὶς βασιλικές προσταγὲς καὶ νὰ μᾶς βρίζεις κιόλας; Τὰ βασανιστήρια θὰ σὲ συνετίσουν».
Καὶ διέταξε νὰ τὸν κρεμάσουν καὶ νὰ τὸν ξεσκίσουν ἄγρια. Ὁ Μάμας, μέσα σὲ τόσα πικρὰ βασανιστήρια, στεκόταν ἤρεμος κι ἔστρεφε τὰ μάτια του στὸν οὐρανὸ, γιὰ νὰ παίρνει ἀπ' ἐκεῖ τὴν παρηγοριά του. Ὁ τύραννος ἔβλεπε τὴν ἀντοχή του καὶ ἀποροῦσε, διέταξε ὅμως νὰ τὸν σχίζουν ἀκόμα ἀγριότερα. Τότε ἀκούστηκε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ μὲ μιᾶς οἱ πόνοι τοῦ μάρτυρα μετριάστηκαν. Πολλοὶ Χριστιανοὶ ποὺ παρακολουθοῦσαν τὸ μαρτύριο καὶ ἄκουσαν τὴ φωνή, εἶδαν δὲ καὶ τὴν καρτερία τοῦ Μάρτυρα, στερεώθηκαν στὴν πίστη τους. Ὁ Ἀλέξανδρος ἀπελπίστηκε ἀπὸ τὴν ἀντοχὴ τοῦ Μάμαντος καὶ σκέφτηκε νὰ τὸν ρίξει σὲ καμίνι πυρακτωμένο, ὅπως ἔκανε ὁ Ναβουχοδονόσωρ στοὺς Τρεῖς Παῖδες. Ὥσπου νὰ ἑτοιμάσουν τὸ καμίνι, τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακή. Μέσα στὴ φυλακὴ βρῆκε κλεισμένους ἄλλους σαράντα Χριστιανούς, ξεχασμένους ἀπὸ τὸν τύραννο. Προσευχήθηκε γι' αὐτοὺς καὶ λύθηκαν τὰ δεσμά τους. Ἀμέσως ἀνοίχτηκαν οἱ πόρτες τῆς φυλακῆς καὶ χωρίς κόπο, ήσυχα-ήσυχα, ἔφυγαν ὅλοι κι ἔμεινε ὁ Μάμας μόνος. Σ' αὐτὸ τὸ διάστημα οἱ ὑπηρέτες ἔκαιγαν τὴν κάμινο, γιὰ νὰ εἶναι πυρακτωμένη, ὅταν θὰ τὸν ρίξουν μέσα. Ὕστερα ἔβγαλαν τὸν Ἅγιο ἀπὸ τὴ φυλακή καὶ τὸν ἔφεραν πάλι μπροστὰ στὸν Ἀλέξανδρο. Ὁ τύραννος ἔκανε νέα ἀπόπειρα νὰ τὸν μεταπείσει.
-«Σοῦ δώσαμε καιρὸ νὰ σκεφτεῖς καλύτερα τὸ συμφέρον σου. Ἂν δὲν συνετισθεῖς, κοίταξε τὴν κάμινο ὅπου θὰ σὲ ρίξουμε κι ἐκεῖ θὰ κλάψεις ἀνώφελα».
-«Καὶ προηγουμένως σοῦ ἀποκάλυψα τὴν ἀπόφασή μου. Γιατί κοπιάζεις χωρίς λόγο; Αὐτὰ ποὺ ἄρχισες, τελείωσέ τα τὸ γρηγορότερο».
Μετὰ ἀπ' αὐτὴν τὴν ἀπάντηση ὁ τύραννος διέταξε νὰ ρίξουν ἀμέσως τὸν μάρτυρα μέσα στὸ καμίνι. Καὶ συνέβη τοῦτο τὸ καταπληκτικό: ὁ Μάρτυς ὄχι μόνο δὲν καιγόταν, ἀλλὰ μὲ ἱλαρὸ πρόσωπο ὑμνολογοῦσε τὸν Θεό, ὅπως οἱ Τρεῖς Παῖδες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὅταν κατέπεσε ἡ φλόγα κι ἔσβησε ἡ φωτιὰ, διέταξε ὁ τύραννος νὰ βγάλουν ἀπ' τὸ καμίνι τὰ λείψανα τοῦ Μάρτυρος, ἂν εἶχε μείνει κάτι ἀπ' αὐτά. Οἱ ὑπηρέτες, ἀνοίγοντας τὸ καμίνι, βρῆκαν τὸν μάρτυρα ἀκέραιο, ἀπείραχτο τελείως ἀπ' τὴ φωτιά, νὰ δοξολογεῖ μεγαλόφωνα τὸν Θεό. Πῆγαν ἀμέσως καὶ τὸ ἀνήγγειλαν στὸν Ἀλέξανδρο, ἐκεῖνος ὅμως ὁ ἀναίσθητος ἐπέμενε ὅτι αὐτὸ εἶναι ἔργο μαγείας. Ὅταν εἶδε τὸν Ἅγιο νὰ στέκεται χαρωπός μπροστά του καὶ νὰ μὴν ἔχει καεῖ οὔτε μιὰ τρίχα τῆς κεφαλῆς του, ἀντὶ νὰ δοξάσει τὸν Θεὸ τῶν Χριστιανῶν, ἔβριζε τὸν Μάμα ἀπατεῶνα καὶ μάγο καὶ διέταξε νὰ τὸν ρίξουν στὰ θηρία. Ὁ μάρτυρας βάδιζε στὸ στάδιο χαμογελαστός, ἕτοιμος ν' ἀντιμετωπίσει τὰ θηρία. Τὰ πρῶτα ποὺ ἄφησαν νὰ βγοῦν στὴν ἀρένα ἦταν μιὰ λεοπάρδαλη καὶ μιὰ ἀρκούδα. Παραδόξως, ὅμως, τὰ δύο θηρία ὄχι μόνο δὲν κατασπάραξαν τὸν Μάμα, ἀλλὰ ἡ μὲν ἀρκούδα τὸν προσκυνοῦσε καὶ κυλιόταν στα πόδια του, ἐνῶ ἡ λεοπάρδαλη ἤρεμα στήριξε τὰ μπροστινά της πόδια στοὺς ὤμους του καὶ τοῦ ἔγλειφε τοὺς ἱδρῶτες τοῦ προσώπου του. Ὁ κόσμος ποὺ παρακολουθοῦσε τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου δοξολογοῦσε τὸν ἀληθινό Θεό. Ὁ ἀναίσθητος Ἀλέξανδρος, ὅμως, ἂν καὶ εἶχε δεῖ τόσα θαύματα δὲν λύγιζε τὴ σκληρότητά του καὶ διέταξε νὰ βγάλουν ἕναν ἄγριο λέοντα, ποὺ στὸ παρελθὸν εἶχε θανατώσει πολλούς. Τὸ λιοντάρι, ὅμως, πλησίασε τὸν μάρτυρα ἤρεμα καὶ ταπεινά.

Ἀπελπισμένος τελείως ὁ τύραννος διέταξε ἕνα δυνατὸ στρατιώτη του νὰ ἐκτελέσει τὸν Μάρτυρα. Ἐκεῖνος πῆρε ἕνα ἀκόντιο ποὺ εἶχε μπροστά του μιὰ τρίλογχη σιδερένια περόνη καὶ μὲ ἕνα δυνατό χτύπημα τρύπησε δυνατὰ τὴν κοιλιὰ τοῦ μάρτυρα καὶ τὴν διαπέρασε ὡς τὴν ἄλλη μεριά. Τότε χύθηκαν τὰ σπλάχνα του καὶ ὁ Ἅγιος, κρατῶντας τα μὲ τὰ χέρια, βγῆκε ἀπὸ τὸ στάδιο καὶ κατευθύνθηκε σ' ἕνα σπήλαιο ἐκεῖ κοντά. Ἕνας θρῦλος λέει ὅτι ἔφτασε σ' αὐτὸ τὸ σπήλαιο ἀνεβασμένος στὴ ράχη τοῦ λιονταριοῦ. Γι' αὐτὸ καὶ ὁρισμένοι ἁγιογράφοι ἁγιογραφοῦν τὸν Μάρτυρα πάνω σ' ἕνα λιοντάρι. Ἄλλοι πάλι τὸν ἁγιογραφοῦν νὰ κρατᾶ στὴν ἀγκαλιά του ἕνα ἐλαφάκι. Κάποια γυναῖκα ἔτρεξε κοντά του καὶ μάζεψε σ' ἕνα ἀγγεῖο σταγόνες ἀπ' τὸ αἷμα του ποὺ χυνόταν, γιατὶ ὅλοι ἔβλεπαν ὅτι ἔχουν μπροστά τους ἕνα μεγαλομάρτυρα. Μέσα σ' αὐτὸ τὸ σπήλαιο ἄφησε αὐτὸν τὸν κόσμο ὁ μάρτυς Μάμας καὶ ἡ ἁγνὴ ψυχή του πέταξε στὸν ἀθλοθέτη Χριστό του, ποὺ τὸν ἀνέδειξε μεγάλο ἀθλητὴ τῆς πίστεως παρὰ τὴ νεαρή του ηλικία.
Ἦταν ἡ 2α Σεπτεμβρίου καὶ ἀπὸ τότε ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τέτοια μέρα τιμᾶ τὴ μνήμη του καὶ δοξάζει τὸν Θεό. Μακάρι κι ἐμεῖς νὰ παραδειγματιστοῦμε ἀπ' τὴ γενναία πίστη καὶ τὸ ἡρωικὸ φρόνημα τοῦ μάρτυρα καὶ νὰ νικοῦμε τοὺς πειρασμούς μας δοξάζοντας ἔτσι τὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Ὁ εὐσεβὴς λαός μας τιμᾶ τὸν μάρτυρα Μάμα καὶ στ' ὄνομά του αφιερώνει πάρα πολλὰ ἐκκλησάκια στην ὕπαιθρο, ἰδιαίτερα ὅπου ὑπάρχουν βοσκοτόπια. Σ' ὅλα τὰ νησάκια τοῦ Αἰγαίου ὑπάρχουν ἐκκλησάκια τοῦ Ἁγίου Μάμαντος καὶ τοπωνύμια. Στην Κύπρο ἰδιαίτερα ὑπάρχουν δεκάδες ναοὶ στ' ὄνομά του καὶ ὁ καθεδρικός Ναὸς στὴ Μόρφου τῆς Κύπρου τιμᾶ τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Μάμαντος, ἐνῶ μέσα στὸν Ναὸ ὑπάρχει τάφος τοῦ Αγίου, ἴσως ἐπειδὴ κάποτε μετέφεραν ἐκεῖ τὸ λείψανό του.

Τι σας έκανε εντύπωση από τον Βίο του Αγίου Μάμαντος;
Ποια αρετή του Αγίου θα θέλατε να είχατε με την Χάρη του Θεού;
Προηγούμενο μάθημα
Επόμενη ενότητα