
Μάθημα 4
Το φίδι στον κήπο...
Το φίδι στον κήπο...

Τό πιό ἔξυπνο ἀπό τά ζῶα, πού είχε φτιάξει ὁ Θεός, ήταν τό φίδι. Μιά μέρα, τό φίδι εἶπε στη γυναίκα:
-«Ο Θεός σᾶς ἀπαγόρεψε νά τρῶτε τούς καρπούς τῶν δέντρων τοῦ κήπου;»

Η γυναίκα, ἀπονήρευτη, τοῦ ἀποκρίθηκε:
-«Μποροῦμε νά τρῶμε ἀπό τούς καρπούς τῶν δέντρων τοῦ κήπου, ἐκτός ἀπό τό δέντρο πού εἶναι καταμεσῆς. Γι᾿ αὐτό τό δέντρο ὁ Θεός μᾶς εἶπε: Νά μήν τρῶτε ἀπό αὐτό, γιατί θά πεθάνετε».

-«Δέ θά πεθάνετε», ἀποκρίθηκε τό φίδι. «Ο Θεός ξέρει ὅτι, τήν ἡμέρα πού θά φᾶτε ἀπό αὐτό, τά μάτια σας θ᾿ ἀνοίξουν καί θά εἶστε καί σεῖς σάν θεοί, ξεχωρίζοντας τό καλό καί τό κακό».

Η γυναίκα τότε, άθελά της κοίταξε τό δέντρο καί τῆς ἄρεσε. Σκέφτηκε πώς θά ήταν γλυκός καί εὐχάριστος στή γεύση ὁ καρπός του. Ἔτσι, ἔκοψε ἕναν καρπό, τόν δοκίμασε καί ἔδωσε καί στόν ἄντρα της να φάει.

Τότε ἔγινε κάτι παράξενο. Τούς φάνηκε πώς ἄνοιγαν τα μάτια τους καί εἶδαν πώς ήταν γυμνοί. Ἔκοψαν λοιπόν φύλλα συκιάς, γιά νά σκεπάσουν τή γύμνια τους.

Κατά τό δειλινό ἀκούστηκαν τα βήματα τοῦ Κυρίου, πού περπατοῦσε στόν Παράδεισο. ῾Ο ἄντρας καί ἡ γυναίκα ἄκουσαν τή φωνή Του καί, τρομαγμένοι, κρύφτηκαν πίσω ἀπό τά δέντρα τοῦ κήπου.
Ο Θεός φώναξε τόν ἄντρα καί εἶπε:
-«Ποῦ εἶσαι;»
-«Ἄκουσα τή φωνή σου», ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος, «τρόμαξα, γιατί ἤμουν γυμνός καί κρύφτηκα».
-«Ποιός σᾶς εἶπε ὅτι εἶστε γυμνοί;», ρώτησε τότε ὁ Θεός. «Φάγατε ἀπό τό δέντρο πού σᾶς πρόσταξα νά μήν τό ἀγγίξετε;»

῾Ο ἄντρας ἀποκρίθηκε:
-«Η γυναίκα, πού μοῦ ἔδωσες νά εἶναι μαζί μου, μοῦ πρόσφερε ἀπό τόν καρπό τοῦ δέντρου καί ἔφαγα».
Ο Θεός τότε στράφηκε στη γυναίκα καί τῆς εἶπε:
-«Γιατί τό ἔκανες αὐτό;»
-«Το φίδι μέ ξεγέλασε», ἀποκρίθηκε ἐκείνη, «καί ἔφαγα».

Ο Θεός περίμενε μια συγνώμη, να μετανοήσουν οι Πρωτόπλαστοι γι' αυτό που έκαναν, να Του το εξομολογηθούν. Όμως, δυστυχώς, ο Αδάμ κατηγορεί τον Θεό για τη γυναίκα που του έδωσε και την Εύα, που του έδωσε το μήλο... Και η Εύα κατηγορεί το φίδι... Κανένας δεν ζητάει συγνώμη για το λάθος τους...

Προηγούμενη ενότητα
Επόμενη ενότητα