Μάθημα 17

Ο Ιησούς πλένει τα πόδια των μαθητών

Ο Ιησούς πλένει τα πόδια των μαθητών


Το Πάσχα κοντοζύγωνε. Και το ήξερε ο Ιησούς πως έφτασε η ώρα να φύγει από τον κόσμο αυτόν, να πάει στον Πατέρα. Είχε όμως αγαπήσει αυτούς που θ' άφηνε στη Γη. Και ήταν η στιγμή, για να τους δείξει πόσο πολύ τους είχε αγαπήσει. Κάθισαν, λοιπόν, μια κι είχε πια βραδιάσει, να φάνε το βρισκούμενο. Κι όπως τριγύρω από το τραπέζι μαζευτήκανε, με τη ματιά Του τους αγκάλιασε ο Κύριος. Μόνο σαν στάθηκε σε έναν η ματιά Του πόνεσε. Το ήξερε πως ο διάβολος μες στην καρδιά του Ιούδα του Ισκαριώτη είχε μπει και είχε ετοιμαστεί ο μαθητής να παραδώσει στους εχθρούς το Δάσκαλο.
 Σηκώθηκε λοιπόν κάποια στιγμή ο Κύριος απ' το τραπέζι, βγάζει το πανωφόρι Του, βρίσκει και μια ποδιά, τη ζώνεται σφιχτά στη μέση. Σε μια λεκάνη που ήταν παρακεί, βάζει νερό κι αρχίζει με απλότητα να πλένει τα σκονισμένα, κουρασμένα πόδια των μαθητών, που Τον κοιτούσαν ξαφνιασμένοι.
 Κάθε πόδι που έπλενε, το σφούγγιζε απαλά με την ποδιά. Ήρθε η σειρά του Σίμωνα του Πέτρου, μα αυτός αποτραβήχτηκε και με τη βροντερή φωνή του, μα και με απορία είπε:

– Κύριε, είναι δυνατό, Εσύ να πλύνεις τα πόδια μου;

 Ο Ιησούς τον κοίταξε στα μάτια και ήσυχα τού απάντησε:

 – Εκείνο που κάνω τώρα Εγώ, δεν το μπορείς αυτή την ώρα να το καταλάβεις. Όμως αργότερα -κι ήθελε εδώ να πει ο Ιησούς πως σαν κατέβει το Άγιο Πνεύμα θα φωτιστούν οι μαθητές- θα καταλάβεις.

 Τ' άκουσε ο Πέτρος, μα δεν πείστηκε.

 – Δε θα μου πλύνεις τα πόδια, όχι ποτέ!

 Θέλησε τότε ο Χριστός να εξηγήσει την πράξη αυτή.

 – Αν δε σου τα πλύνω, Σίμωνα, θέση δεν έχει πλάι Μου για σένα.

 Τώρα στ' αλήθεια φοβήθηκε ο Πέτρος.

– Τότε, όχι μονάχα τα πόδια μου να πλύνεις, Κύριέ μου, μα και τα χέρια μου, αν θες, και το κεφάλι πλύνε μου.

 Κι αυτό, γιατί χτυποκάρδισε, μην τύχει και βρεθεί μακριά από τον Ιησού, το Δάσκαλο, τον Κύριό του.

 Είχε πλύνει πια τα πόδια των μαθητών. Σηκώθηκε, φόρεσε ξανά τον εξωτερικό χιτώνα Του ο Χριστός, κάθισε πάλι στο τραπέζι κι όπως ακόμα ήτανε σαστισμένοι οι μαθητές -ο Κύριος να πλύνει τα πόδια τους, δε το χωράει ο νους τους!- άρχισε Εκείνος να μιλάει σιγανά:

 – Γνωρίζετε τι νόημα είχε αυτό που λίγο πριν σας έκανα; Να σας το εξηγήσω. Εσείς με λέτε Δάσκαλο και Κύριο και σωστό είναι αυτό που λέτε. Γιατί πραγματικά και Δάσκαλος και Κύριος σας είμαι. Εάν λοιπόν Εγώ, ο Κύριος και Δάσκαλος, τα πόδια τα δικά σας έπλυνα, οφείλετε κι εσείς να πλένετε τα πόδια τ' αλλουνού. Παράδειγμα σας έδωσα, να κάνετε κι εσείς ό,τι έκανα κι Εγώ σε σας.

 Ήθελε να τους πει, και το κατάλαβαν οι μαθητές, πως αν ταπεινώθηκε Εκείνος, ώστε να πλύνει τα πόδια τους, πρέπει το ίδιο πρόθυμα ο ένας μαθητής να υπηρετεί τον άλλον και με ταπείνωση και με αγάπη σε κάθε τι να του συμπαραστέκεται. Και συνέχισε ο Κύριος:

– Αν όλα αυτά τα καταλάβετε και αν τα πράξετε αυτά, θα είσαστε μακάριοι, ευτυχισμένοι.

Κι οι μαθητές ρουφούσανε τα λόγια αυτά τα θεϊκά και γιόμισε ειρήνη κι ομορφιά κι αγάπη το ευλογημένο εκείνο δώμα*.

Ιωάν. ιγ' 4, 12-17

* δώμα = δωμάτιο


Προηγούμενο μάθημα

Μάθημα 16

Επόμενη ενότητα

Ο Μυστικός Δείπνος